Τετάρτη, Ιουνίου 23

Ιστορία!

Κάπου σ' ένα ξεχασμένο μέρος, ζει ένας απλός ανθρωπάκος, ο Σαράν. Κάθε πρωί βγαίνει και κάνει τη βόλτα του στην ερημιά και στα δάση για αρκετή ώρα. Έτσι κι αυτό το πρωί. Μόνο που σήμερα το πρωί κάτι πήγε στραβά. Εκεί που περπατάει βλέπει μέσα από φυλλωσιές τα τεράστια μάτια μιας τίγρης, χωρίς άλλο έτοιμης να επιτεθεί. Η τίγρη χυμάει πάνω του με βρυχηθμούς κι αυτός τρέχει να γλυτώσει, βλέπει όμως ότι το μονοπάτι τελειώνει σ' ένα γκρεμό. Κοιτάει πίσω του και βλέπει την τίγρη. Παίρνει μια βαθιά ανάσα, πηδάει και τελευταία στιγμή πιάνεται από τις ρίζες ενός μικρού θάμνου που βρίσκεται λίγο κάτω από το χείλος του γκρεμού.Κοιτάει πάνω και βλέπει την τίγρη. Κάτω τα κοφτερά βράχια. Το βλέμμα του ψάχνει απεγνωσμένα αριστερά-δεξιά να βρει κάτι αλλά μάταια. Τότε το βλέμμα του πέφτει σε μια μικρή αγριοφραουλιά, φυτρωμένη λίγα εκατοστά πιο πέρα από κει που κρατιέται. Κοιτάει ξανά το γκρεμό και με μεγάλη προσπάθεια καταφέρνει να φτάσει τη μια και μοναδική, κατακόκκινη φράουλα και να την βάλει αργά στο στόμα του.Ένας κυνηγός παρακολουθεί από μακριά, τρέχοντας. Γρήγορα βρίσκεται σε απόσταση βολής και μια και η τίγρη είναι απασχολημένη με το θήραμα της η δουλειά του είναι εύκολη. Σηκώνει το όπλο και η τίγρη πέφτει νεκρή. Πλησιάζει το γκρεμό και βοηθάει τον Σαράν που έχει αρχίσει να γλυστράει, να ανέβει πάνω.Για λίγο κάθονται και οι δυο αμίλητοι, μετά ο Σαράν τον ευχαριστεί που του έσωσε τη ζωή. Ο κυνηγός του λέει 'Θέλω όμως να σε ρωτήσω κάτι. Κρεμόσουν εκεί χωρίς να υπάρχει σωτηρία. Ο θάνατος σου ήταν βέβαιος. Δεν μπορούσες να κάνεις κάτι για να σωθείς, το ξέρω. Αλλά μου φάνηκε παράλογο αυτό που έκανες, εκείνη την ώρα, να σκεφτείς τη φράουλα αντί να κάνεις κάτι άλλο.'Ο Σαράν του χαμογέλασε. 'Κατ' αρχήν ο θάνατος μου δεν ήταν βέβαιος αφού με έσωσες και σ' ευχαριστώ γι' αυτό. Έπειτα είχα κάνει ότι μπορούσα για να σωθώ, δεν είχα κάποια άλλη λύση. Και σωστά με ρωτάς. Εγώ θέλω όμως να φανταστείς κάτι. Κρεμόμουν εκεί ξέροντας ότι είναι ίσως οι τελευταίες μου στιγμές. Τα χέρια μου πονούσαν κι είχαν αρχίσει να γλυστράνε. Δεν είχα δει κανένα τριγύρω και δεν περίμενα βοήθεια. Ένιωθα το χνώτο της τίγρης πάνω μου κι έβλεπα τα βράχια κάτω να περιμένουν να με κάνουν κομμάτια. Τώρα... θέλω να φανταστείς φίλε μου... εκείνη ακριβώς τη στιγμή... τη γεύση αυτής της φράουλας...'

Ευχαριστώ το Στόμα του Λύκου για την ιστορία απολαύστε την

1 σχόλιο: