Δευτέρα, Μαΐου 18

My Ghost

Μια νυχτερίδα ξεπετάγεται από το πουθενά,
ξαφνα ξαναχτυπά απότομα η καρδιά σου.
Μέσα στης νύχτας την αγκαλιά,παραμόνευες κι εσύ.

Κόρη της Αφαίας, τι σου έχω κάνει;
Γιατί πονώ για την απόλαυσή σου;
Ήταν ο χρόνος κάποτε γιατρός,
μα τώρα έγινε ασθένια.
Και καθώς περνά, πιο κοντά στο αντίο βρίσκομαι.

Αναρωτιέμαι καμιά φορά, μέσα στις φυλλοσιές αν κρυβόσουν ποτέ.
Δεν ήθελες να σε δούνε, από φόβο, μη σε μιμηθούν,
και ένα απλό λουλούδι καταλήξεις. Μια κοινή τουλίπα.

Σ'αναζήτησαν τόσοι, κανείς όπως αυτός.
Δεν ήσουν κάποια. Ήσουν αυτή.
Και δεν μπορούσε ποτέ κανένας να του το στερήσει αυτό.
Ακόμα κι εσύ.
Κι όμως βρίσκεται εδώ, πενθεί αυτό που δεν ειπώθηκε ποτέ.
Πενθεί το αντίο , που δεν τόλμησες να πεις.
Και μέσα στης νύχτας το μανδία κρύφτηκες.

Άφαντη σαν την Περσεφόνη το Χειμώνα.
Και στοιχειωμένο σπίτι έγινε το μυαλό.

Αντίο.

Παρασκευή, Μαΐου 15

The Dream of Ecate

Στο βωμο των αστεριων,μητερα η Σεληνη, αυτης της πεμπτουσιας. Δειξε μου το δρομο, που στην καρδια σου οδηγει. Το μονοπατι της ψυχης σου φωτισε, με μια περσιδα μονο. Τιποτα παραπανω δε χρειαζομαι,παρα μια σπιθαμη. Το πεπλο σου απλωνεται, και το σκοταδι κυριαρχει. Ενα απαλο σαξοφωνο σπαει την ησυχια, μελοποιωντας τα αισθηματα μου.
Φανερωσου επιτελους. Θεα με τα 3 προσωπα,ηρθε η ωρα της εκλειψης, η τελικη. Δεν μπορεις να κρυφτεις πια. Δεν μπορεσες ποτε.
Αλιμονο,απο το φοβο του αποχωρισμου,μονο οι δειλοι κρυβονται. Μακαρι να ημασταν δειλοι και οι δυο.
Και ποσα δακρυα θα ειχαμε σωσει. Ποσα συγγνωμη δε θα χαμε πει. Ποσες φορες δε θα χανοσουν με τη χαραυγη, με μια μασκα στο προσωπο. Ποσες φορες δε θα σε ερωτευομουν. Ποσες φορες δε θα μασταν ζωντανοι.
Οι μασκες πεσαν ομως. Η νυχτα ειναι ο εχθρος των μυστικων και εμεις πλεον, εχουμε πολλα.

Πέμπτη, Απριλίου 9

Στην αγκαλιά της Αφαίας

Όσο κι αν κουκουλώνεσαι μέσα στις αγκάλες του μανδύα σου,θα κρυώνεις. Γυμνόστηθος να περιμένεις τη ανάσα της Αίτνας,μια στύλη παγωμένη θα 'σαι.
Ο αέρας παγώνει τα πνευμόνια σου, κι ο βήχας ζεσταίνει τα χέρια σου. Μα δεν κρυώνεις από τον αέρα. Δε φοβάσαι το χιονιά. Τη λήθη των ματιών της τρέμεις. Οχι να μην τα ξαναδείς.
Να σε ξεχάσουν. Να είσαι ασήμαντος

Η πίστη στ' όνειρο, η τρέλα του ηττημένου. 
Η αποφασιστικότητα. Η τόλμη και στα δύσκολα. Με πολλές μάσκες βάφτισες τη μοναξιά σου. 

Φτάνει πια.

Όταν πέσουν οι μσκες,δικαστής η σελήνη και μάρτυρες τ άστρα, 
κάτω από τον σκοτεινό ουρανό, θα περιμένεις.

Δε θα κρυώνεις πια. Δε θα φοβάσαι πια. Δε θα αγαπάς πια.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 18

The day that never comes

Να προσέχεις.
Μ'αυτές τις τελευταίες γλυκές λέξεις σε αποχαιρετώ.
Όσα δάκρυα κι αν έχω χύσει, του αποχωρισμού το πιο ζεστό είναι αυτό.
Ζεστο γιατί βαθιά κρατεί, τη φλόγα της αγάπης μου.
Φλόγα, που σαν λάβα καταστρέφει τα πάντα,αφήνοντας πίσω εύφορη γη.
Μόνο έτσι μπορώ να ξαναζήσω.

Μου'χες πει μια νύχτα ότι φοβόσουν τους ανθρώπους.
Φοβόσουν, έλεγες, να τους αφήσεις να δουν τον εαυτό σου.
Σε κράτησα σφυχτά.
Το δέρμα σου, πιο κρύο από ποτέ.
Η ανάσα σου, με πάγωνε, τρυπώντας μέσα από τα ρούχα μου.

Νυχτοπούλι να θρηνεί δεν ξανάκουσα από 'κείνο το βράδυ.

Σ'αφήνω από φόβο μη χαθώ στον εαυτό μου.
(Φεύγω πριν μισήσω που πληγώνομαι από'σένα)
Καίγομαι πριν μου βάλουν φωτιά τα μάτια σου
(Χάνομαι, για να μη χάσω το δρόμο της ψυχής μου)
Χάνω το δρόμο, που έφτιαξα για σένα.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 6

Requiem

Κοιτάζω το ρολόι, ώρα μηδέν.
Σε ψάχνω γύρω μου,μα έχεις χαθεί.

Tα μάτια σου  δυο φεγγάρια, μου φωτίζουν το δρόμο.
Τρυπούν το χάος και δίνουν τόπο στην ελπίδα.Σε βλέπω και παγώνω. Ο χρόνος σταματά.
Εσύ θα κινηθείς;

Μερικές φορές απορώ γιατί με κοιτάς κι εσύ κατάματα.
Προσπαθώ να καταλάβω τι θέλεις, τι κρύβεις.
Μα  μυστήριο όπως είσαι, με κάνεις να σ'αναζητώ.
Διαβαίνω το μονοπάτι της λίθης,χωρίς αρχή και γυρισμό.

Και στο δρόμο διψώ. Διψώ για το φιλί σου.

Μα σαν όαση στην έρημο, δεν ξέρω αν υπάρχεις
 ή αν μόνο εγώ σε βλέπω.

Σε αναζητώ στο σούρουπο, σε χάνω στην αυγή.
Σε βρίσκω στη σελήνη, μα η πανσέληνος αργεί.

Τα μάτια απατούν, μα η καρδιά πονά.

Σαν ερημίτης ξανά, το δρόμο αυτό.
Είναι μακρύς ο δρόμος, και η δίψα μου μεγάλη.

Έχεις νόημα να σε ποθώ;
Άλλοι πιστεύουον πως το μόνο σοβαρό ερώτημα είναι μόνο αν έχει νόημα να υπάρχει το φεγγάρι.
Άλλοι πιστεύουν πως το μόνο σοβαρό ερώτημα είναι μόνο αν πρέπει να αυτοκτονήσεις ή όχι.
Άλλοι αν ο χρόνος έχει αρχή και τέλος.
Ένα είναι όμως το σοβαρό ερώτημα, κι αυτό είναι:
Ποιος ξέρει να κάνει την αγάπη παντοτινή;
Απάντησέ μου σ' αυτό και θα σου πω αν πρέπει να αυτοκτονήσεις ή όχι.
Απάντησέ μου σ' αυτό και θα σου πω αν ο χρόνος έχει αρχή και τέλος.
Απάντησε μου σ' αυτό και θα σου πω αν το φεγγάρι έχει λόγο να υπάρχει.
Απάντησέ μου σ'αυτό και θα σου πω αν έχει νόημα, ο πόθος μου για σένα.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 28

The girl that refused to smile

Ήταν καλοκαίρι.
Σε είδα σε μια παραλία.
Σε μια πέτρα πάνω να κάθεσαι μόνη.
Αγνάντευες τη θάλασσα.
Το χάος του απέραντου ωκεανού.

Γιατί δεν παίζεις με τους άλλους;
Κοίτα τα μάτια τους πως έχουν ανάψει.
Η φλόγα της νιότας της χαράς.
Μα τα δικά σου μένουν καφέ.

Ο αέρας ανεμίζει μέσα από τα μαλλιά σου.
Το μικρό κάστρο που είχες φτιάξει χάλασε.
Το πήρε το κύμα.
Αναρωτιόμουν αν ήταν αλήθεια αυτό που είδα όταν το τελείωσες.

Αν ήταν όντως αυτό που νομίζω, όταν κίνησες τα χείλη σου.
Με είχες δει που σε αγνάντευα.
Και παρά εκείνη τη φορά, που τα πόδια σου γέμιζαν με το νερό της παλίρροιας,
δε σε ξαναείδα ποτέ τόσο ζωντανή.

Εκείνη τη βραδιά, όπου η ολοστρόγγυλη πανσέλληνος έκρυβε τ'άστρα.
Όπου τα κύματα χτυπούσαν με μανία τα βράχια.
Με μίσος μέχρι να γίνουν ένα, και να επιστρέψουν.
 Όπου τα πουλιά κρύφτηκαν μέσα στις κουφάλες.
Και δεν πετούσε τίποτα σ'εκεινον τον κατάμεστο με φως ουρανό.

Εκεί όπου ο αέρας σε παρέσειρε όπου ήθελε μου είπες.
Εκεί όπου τα χείλη μας γίνανε ένα.

Σάββατο, Μαρτίου 29

Καταιγίδα εαρινής νυχτός

(Ξεκινήστε από το 0:20)

Το κρασί γαργαλά το λαιμό σου.
Γελάς.
Η γλυκιά του γεύση διώχνει τις πίκρες.
Τα φαρμάκια λένε..

Τότε γιατί νιώθεις χειρότερα;

Ο πόνος πλέον είναι αβάστακτος.
Ουρλιάζεις στο νυχτερινό ξέφωτο, όμως απάντηση δεν παίρνεις.
Γύρω σου σκοτάδι, κι ο οίνος απλώς σε θαμπώνει περισσότερο.

Γιατί εκεί ζεις.
Στη μέθη ενός ονείρου.
Μιας Διονυσίας ουτοπίας.
Και μόνο μίσος νιώθεις.

Όχι γι'αυτήν, μόνο για σένα.
Για ένα θαυματοποιό.
Ένα νεκρομάντη αναμνήσεων.
Στιγμών που πέρασαν και δε γυρνούν.
Ανθρώπων που αγκάλιασαν τη λήθη χωρίς ενδοιασμό.

Δεν αλλάζει ο κόσμος σου'χαν πει.Για τον εαυτό του νοιάζεται.
Όμως δεν το πίστεψες ποτέ. Φοβόσουν να το αποδεχτείς.
Αρνήθηκες να κοιτάξεις τη Μοίρα στα μάτια, μόνο έπαιζες με καθρέφτες.

Και τώρα πια είσαι μόνος. Εσύ, και ένα άδειο ποτήρι.

Ιάκχος

Τετάρτη, Μαρτίου 26

Που είσαι;


Με άφησες στο ξέφωτο της νύχτας.
Τη στιγμή που το φεγγάρι άρχισε να εμφανίζεται.
Και τα αστέρια οδηγούσαν το δρόμο μου.
Η νύχτα μου είχε επιτέλους λίγο φως.
Την κρυφή ελπίδα , πως έρχεται μια πιο φωτεινή ημέρα.

Όχι. Αποφάσισε το σύννεφο να καλύψει τ'άστρα.
Κι εσύ Σελήνη μου, παίζεις κρυφτό μαζί μου.
Δεν μπορώ να σε νικήσω όμως.
Δεν μπορώ να παίξω πια.
Τέρμα τα παιχνίδια.

Που χάνεσαι; Που πηγαίνεις όταν είσαι μακριά μου;
Κι αν είναι καλύτερα εκεί, γιατί ξανάρχεσαι;
Γιατί τρεμοπαίζεις στο σεληνόφως;

Τελειώνει , ό,τι και να σημαίνει αυτό.

Όσες  σειρήνες και να φέρνει η ζωή,
όσο όμορφη κι αν είναι η Καλυψώ,
όσο νέα η Ναυσικά,
η Πηνελόπη είναι αυτή για την οποία πεθαίνεις.

Τα λόγια αιωρούνται ωσάν φύλλα στον αέρα μέσα στη νύχτα.
Ένας σκύλος από μακριά γαβγίζει.
Οι φυλλωσιές κρατούν τα μεγαλύτερα μυστικά.
Και τα δέντρα τα φυλούν μες στον κορμό τους.

Κι εγώ, κάτω από έναν ευκάλυπτο ξαπλώνω.
Κοιτώ τ'άστρα για τελευταία φορά να τρεμοπαίζουν.
Το φεγγάρι μου χαρίζει μια ακτίνα.

Ένα τελευταίο σεληνόφως.



Τρίτη, Ιανουαρίου 14

Lorelei

Και περνούν οι μέρες.
Κι ακόμα δε σε βρίσκω.
Χαμένη είσαι, σε μια ακρογιαλιά.

Κι όσο και αν προσπαθώ σε τυλίγει η θάλασσα.
Τα κύματα κρύβουν τα ίχνη σου στην άμμο.
Κι ένα θαλασσοπούλι καλύπτει τη φωνούλα σου.

Ο ήλιος βούτηξε στη θάλασσα και σου'κλεψε τον ίσκιο.
Δεν είσαι πλέον ούτε σκιά σε μια ακρογιαλιά.
Δεν ήσουν ποτέ εξάλλου.


Που χάθηκες; Σε ποια θάλασσα, ποιον ωκεανό;
Ρωτώ ναύτες, ρωτώ θαλασσινούς,
μα απάντηση δεν παίρνω.
Παρά μόνο τη σιωπή τους, κι ένα κρυφό δάκρυ.

Γιατί μ'αφήνεις εδώ;
----------------------
Καταλαβαίνω τελικά πως νιώθεις κι εσύ.
Τόσα χρόνια πετρωμένη, στην ίδια θέση.
Περιμένεις, όμως δε γίνεται τίποτα.

Ο έρωτας δε σου έφερε παρά πόνο και λήθη.
Όμως εγώ δε θα σε ξεχάσω.
Κι όσο δε σε ξεχνώ θα ζεις μέσα μου.
Ξεκουράσου λοιπόν κι αναπαύσου πλέον.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 1

Άνθρωπε, το πρόβλημα της ανθρωπότητας, εσύ είσαι

Στη σκιά άλλος ενός θανάτου γνωστού ( R.I.P Paul Walker), και ενώ τα social medias ξεχύλισαν με ενημερώσεις για τιμές στη μνήμη του νεκρού, ξεκίνησε και η "αντίπαλη" όχθη να εξαπωλύει πυρά όπως " Όταν πεθαίνει κάποιος το θυμάστε όλοι","Πεθαίνει ο διάσημος κλαίνει όλοι, πεινάνε τα παιδιά στην Αφρική δε νοιάζεται κανένας".
Συγχώρεσέ με αγαπητέ αναγνώστη αλλά πρέπει να ξεκαθαριστούν μερικά πράγματα για τον άνθρωπο.
Είμαστε όντα που δεν μπορούν να ζουν μέσα στο μόνιμο πένθος. Δε νομίζω κάποιος να αρνείται πως είναι μεγάλο πρόβλημα ο θάνατος χιλιάδων ανθρώπων κάθε μέρα, όπως και το ότι (η αλήθεια είναι) τα Μ.Μ.Ε. προφανώς και δίνουν έμφαση στους θανάτους των διασήμων και όχι των "γνωστών αγνώστων" υποβαθμισμένων περιοχών, ή θύματα ρατσισμού όπως λιθοβολισμού γυναικών και διάφορα άλλα σχετικά.
Είναι όμως ο άνθρωπος τόσο κτήνος ώστε απλώς να αδιαφορεί γι'αυτούς τους θανάτους και να το νοιάζουν μόνο οι celebrities. Όχι. Ή τουλάχιστον, ελπίζω πως όχι.
Απλώς δεν μπορεί ένας άνθρωπος να ζει κάθε μέρα μέσα στον πόνο και το πένθος των συνανθρώπων του γι'αυτό και περιορίζεται σε μεμονωμένα γεγονότα τα οποία θεωρεί πως είναι πιο εμφατικά από άλλα.
Είναι σωστό όμως κι αυτό; Ο καθένας θα κρίνει. Κατά τη γνώμη μου όχι.
  Παραμένει ωστόσο μια μορφή προστασίας του άλλου. Και γι'αυτό δεν μπορεί κανείς να του πει τίποτα. Όπως είχε πει και ο Slavoj Zizek(Σλοβένος φιλόσοφος) , μερικές φορές για να επιβιώσεις από κάποιες καταστροφικές πνευματικά καταστάσεις πρέπει να επέμβεις με τρόπους όχι πάντα συμβατούς με τον κοινό νου.
Άνθρωπε, η κατάκριση σου για τους άλλους όμως δεν κάνει καλύτερο τον κόσμο.
Δεν είναι καιρός να ανταγωνιζόμαστε για το ποιος νοιάζεται καλύτερα για τους άλλους με λεκτικές διαμάχες.
Ο κόσμος μας εκεί έξω πονάει και υποφέρει κάθε μέρα, κι όσο καθόμαστε άπραγοι μπροστά σε αυτό το έρεβο, γινόμαστε το ίδιο απαράδεκτοι με τους "κακούς" που θέλουμε οι ίδιοι να παρουσιάσουμε ως παραδείγματα προς αποφυγή.
Είναι καιρός να σταματήσουμε να επιτεθόμαστε συνέχεια στους άλλους, να μην μπαίνουμε άλλο στο "εγώ θέλω έναν καλύτερο κόσμο από εσένα" και να κάτσουμε να δούμε τι μπορεί να γίνει ΤΩΡΑ.
Γιατί όταν θα είναι πλέον αργά, θα παρακαλάμε για μια τέτοια ευκαιρία. Όμως, ο χρόνος πίσω δε γυρνάει. Και τότε το μόνο που θα ισχύει είναι alea jacta est.