Όσο κι αν κουκουλώνεσαι μέσα στις αγκάλες του μανδύα σου,θα κρυώνεις.
Γυμνόστηθος να περιμένεις τη ανάσα της Αίτνας,μια στύλη παγωμένη θα 'σαι.
Ο αέρας παγώνει τα πνευμόνια σου, κι ο βήχας ζεσταίνει τα χέρια σου.
Μα δεν κρυώνεις από τον αέρα.
Δε φοβάσαι το χιονιά. Τη λήθη των ματιών της τρέμεις.
Οχι να μην τα ξαναδείς.
Να σε ξεχάσουν. Να είσαι ασήμαντος
Η πίστη στ' όνειρο, η τρέλα του ηττημένου.
Η αποφασιστικότητα. Η τόλμη και στα δύσκολα.
Με πολλές μάσκες βάφτισες τη μοναξιά σου.
Φτάνει πια.
Όταν πέσουν οι μσκες,δικαστής η σελήνη και μάρτυρες τ άστρα,
κάτω από τον σκοτεινό ουρανό, θα περιμένεις.
Δε θα κρυώνεις πια.
Δε θα φοβάσαι πια.
Δε θα αγαπάς πια.
χμ... σκληρο
ΑπάντησηΔιαγραφή