Τετάρτη, Μαΐου 16

Μαύρη Τουλίπα

Χάραξε
Μα μέσα μου, μια μέρα ακόμα,
Το σκότος κυριαρχεί.
Τα μαύρα του πέταλα απλώνονται γύρω μου
Και χάνω πλέον την αίσθηση του χρώματος.
Όλα τόσο μουντά και μαύρα.

Που πήγαν τα κόκκινα τριαντάφυλλα της αγάπης;
Που είναι οι λευκές μαργαρίτες της ομορφιάς;
Τα μοβ σκυλάκια της χαράς;
Ξεράθηκαν, μαζί με τα όνειρα μας..
Δεν τα ποτίσαμε αρκετά και να τα, μαράθηκαν.
Πλέον μόνο αυτό βασιλεύει.

Απλώθηκε παντού
Κατασπαράζοντας αμείλικτα
Ότι βρήκε μπροστά του.
Μόνο τα πέταλα του πλέον ταξιδεύουν με τον άνεμο..
Μόνο η μυρωδιά του γεμίζει το χώρο.
Αυτό το σκοτεινό πλάσμα..

Τι να κάνω τώρα;
Δεν μπορώ άλλο.
Θέλω φως.

Τα πνευμόνια μου στερεύουν σιγά σιγά.
Τα μάτια μου ξεχνάνε,
ξεχνάνε τη μεγάλη κίτρινη σφαίρα.
Μου λείπει η ζεστασιά της.
Ο τρόπος που γαλήνευε την ψυχή μου.
Αλήθεια πώς ήταν;

Σταμάτα να με στοιχειώνεις.
Φύγε.
Άσε με επιτέλους να δω τον ήλιο να λάμπει.
Άσε με να ζεσταθώ.

Σε ερωτεύτηκα, εσένα και τα μαύρα σου τα πέταλα.
Τα ήθελα δικά μου, μόνο δικά μου.
Και εσύ εκπλήρωσες την επιθυμία μου.
Ήρθες και μ' αγκάλιασες τόσο βαθιά που δεν μπορώ πια να φύγω.
Μπήκες τόσο μέσα μου που δεν μπορώ πια να σε βγάλω.

Σάββατο, Μαΐου 5

Ich habe dich nie je so geliebt

Ποτέ δε σε αγάπησα περισσότερο, ma soeur

Απ'όσο όταν έφυγα από εσένα εκείνο το απόγευμα.

Το δάσος με κατάπιε, το μπλε δάσος, ma soeur

Το μπλε δάσος και από πάνω του χλωμά αστέρια στη δύση.

Δεν γέλασα, ούτε λιγάκι, ma soeur

Όταν παιχνιδιάρικα περπάτησα προς μια σκοτεινή μοίρα–

Ενώ ήδη τα πρόσωπα πίσω μου

Εμφανίστηκαν σιμά στο βράδυ του μπλε δάσους.


Όλα ήταν όμορφα εκείνο το βράδυ, ma soeur

Ποτέ από τότε και ποτέ πιο πριν –

Το παραδέχομαι: Δεν έμεινα με τίποτα παρά με οργισμένα πουλιά

Και τα πεινασμένα τους κλάμματα στο νυχτερινό σκοτεινό ουρανό.

Bertolt Brecht